Τετάρτη 31 Ιανουαρίου 2018

MAKEDON syntagma


ΣΥΛΛΑΛΗΤΗΡΙΟ ΓΙΑ ΤΗ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ - 

ΑΘΗΝΑ
  4/2/2018



Όσοι αδυνατούν να κατέβουν στο Σύνταγμα,
μπορούν από τα παρακάτω Link να παρακολουθήσουν το Συλλαλητήριο σε υψηλή ποιότητα High Definition: 

-----------------------------
https://www.youtube.com/watch?v=Vc0xb5wxN2U

Mpitakou


Διακήρυξη επιτροπής Μακεδονικού συλλαλητηρίου 4/2/18 στην Αθήνα !    

   VIDEO


ΠΡΟΣΟΧΗ ! ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ  ΝΕΑ…

https://www.youtube.com/watch?v=03MFAOdqAfk

Άγιος Παΐσιος: «Θα είμαι και εγώ στο συλλαλητήριο των Αθηνών»


Σήμερα το μεσημέρι που η Εκκλησία μας εορτάζει τους ΤΡΕΙΣ ΙΕΡΑΡΧΕΣ και την ανεύρεση της Θαυματουργής Εικόνας της ΜΕΓΑΛΟΧΑΡΗΣ στην νήσο Τήνο, ελάβαμε μια συγκλονιστική πληροφορία που αφορούσε πνευματικό παιδί του Οσίου Παϊσίου του Αγιορείτη.
Στα ακούσματα αυτά κοντοσταθήκαμε και αναρωτηθήκαμε τι συμβαίνει;
Μετά προβληματιστήκαμε…

Θα πρέπει αυτά να τα κρατήσουμε μεταξύ μας ή να τα κοινοποιήσουμε προς Δόξα του Άγιου Θεού ;

Θα τα πιστέψουμε ή θα σκανδαλίσουμε κάποιους γνωστικούς ή μη ;
Μετά είπαμε

Ο βρεγμένος την βροχή δεν την φοβάται.

Στην βροχερή Θεσσαλονίκη παραβρεθήκαμε στο μεγαλειώδες συλλαλητήριο της 21 Ιανουαρίου 2018 και οι μαρτυρίες πολλών συμμετεχόντων , ήταν…

« ότι ανάμεσα μας κυκλοφορούσαν ΑΓΙΟΙ για αυτό υπήρχε αυτό το πνευματικό ένωμα και η συναισθηματική ανάταση αγνώστων ανθρώπων μεταξύ τους»
Ζυγοσταθμίζοντας τα παραπάνω με την ευχή του Σεβαστού προσώπου που μας κοινοποίησε τα παρακάτω τα θέτουμε υπ όψη σας .

Παρουσιάστηκε ο ΑΓΙΟΣ ΠΑΙΣΙΟΣ σε πνευματικό του παιδί χαμογελαστός μετά το συλλαλητήριο της Θεσσαλονίκης και του είπε :

Θα είμαι και στην ΑΘΗΝΑ.
Να κλείσετε τα αυτιά σας στις σειρήνες, να πάτε ειρηνικά , λεβέντικα και με αρχοντιά …


Ρωτήσαμε με περισσή αδημονία…

Ο ΑΓΙΟΣ είπε τίποτε άλλο;
Δεν ελάβαμε καμία απάντηση μόνο σιωπή .

Ίσως γιατί η σιωπή σήμερα απεργάζεται πολλά. 

Δρ. Κωνσταντίνος Βαρδάκας

Πηγή: www.pentapostagma.gr


Σάββατο 20 Ιανουαρίου 2018

Μια διδακτική ιστορία: Ένας Άγιος μέσα στις πόρνες…




«Ουδέ εγώ σε κατακρίνω ! Πορεύου  και μηκέτι  αμάρτανε…»


( Ιησούς Χριστός στην επ΄ αυτοφώρω συλληφθείσα και παρά λίγο λιθοβολιθείσα μοιχαλίδα)

Διηγείται ο Άγιος Πορφύριος:


«Παλαιά συνηθίζαμε, κατά τήν ἑορτή τῶν Θεοφανείων, ν’ ἁγιάζομε τά σπίτια. Κάποια χρονιά ἐπῆγα κ’ ἐγώ κι ἁγίαζα.
Χτυποῦσα τίς πόρτες τῶν διαμερισμάτων, μοῦ ἀνοίγανε κι ἔμπαινα μέσα ψάλλοντας «Ἐν Ἰορδάνῃ βαπτιζομένου σου Κύριε…»

Ὅπως πήγαινα στήν ὁδό Μαιζῶνος, βλέπω μία σιδερένια πόρτα. Ἀνοίγω, μπαίνω μέσα στήν αὐλή, πού ἦταν γεμάτη ἀπό μανταρινιές, πορτοκαλιές, λεμονιές, καί προχωρῶ στή σκάλα. Ἦταν μία σκάλα ἐξωτερική, πού ἀνέβαινε πάνω καί κάτω εἶχε ὑπόγειο.

Ἀνέβηκα τή σκάλα, χτυπάω τήν πόρτα καί παρουσιάζεται μία κυρία. Ἀφοῦ μοῦ ἄνοιξε ἐγώ ἄρχιζα κατά τή συνήθειά μου τό «Ἐν Ἰορδάνῃ βαπτιζομένου σου Κύριε…».

Μέ σταματάει ἀπότομα.
Ἐν τῷ μεταξύ μέ ἀκούσανε καί δεξιά κι ἀριστερά στό διάδρομο βγαίνανε κοπέλες ἀπό τά δωμάτια. «Κατάλαβα, ἔπεσα σέ οἶκο ἀνοχῆς», εἶπα μέσα μου. Ἡ γυναίκα μπῆκε μπροστά μου νά μέ ἐμποδίσει…



Πέμπτη 11 Ιανουαρίου 2018

Στην κάμαρα με τα εικονίσματα και οί έξη ( 6 ) ΑηΓιώργηδες στην εποχή μας…




Σαν βράδιαζε  και λίγο πριν νυχτώσει  πρωτού ακόμη γυρίσει ο πατέρας μας απ’ τη δουλειά του την απογευματινή κι από το καφενείο όπου συναντιόταν με τους φίλους του, έμπαινε η μάνα στο δωμάτιο με τα εικονίσματα. Κατέβαζε το καντήλι που κόντευε να σβήσει, αφού καιγόταν από το πρωί, και το ’φερνε  στην κουζίνα και το ’βαζε απάνω στη γωνιά.
Άναβε τότε απ’ τη φλόγα που τρεμόσβηνε την πασχαλιάτικη λαμπάδα που φυλάγαμε απ’ τη Λαμπρή και μου την έδινε να την κρατάω. 
Έπιανε ύστερα τη φλόγα με τα δυο της ακροδάχτυλα να σβήσει… και το δικό μου το παιδιάτικο μυαλό έμενε πάντα με την απορία, πως δεν καιγόνταν  τ’ ακροδάχτυλα της μάνας μου, πρωί και βράδυ τόσα χρόνια ν’ ακουμπούνε τη φωτιά και να τη σβήνουν.

    Εκείνη ωστόσο συμπλήρωνε απ’ το ροϊ το λάδι το αναγκαίο στο καντήλι και τραβώντας λίγο το βαμβακένιο φυτίλι  στην καντηλήθρα, το έστριβε απαλά και … «έλα» μου  έλεγε κι εγώ το άναβα από το φως της πασχαλιάτικης λαμπάδας που κρατούσα.



    Την έπαιρνα από πίσω έπειτα τη μάνα μου, καθώς εγύριζε στην κάμαρα με τα εικονίσματα, και το καντήλι, αφού το σκέπαζε με το γυαλί του, το απίθωνε σεβαστικά στην τακτική του θέση, σε μια παλιά μικρή εταζέρα δηλαδή, καρφωμένη στον τοίχο, ανάμεσα στα εικονίσματα και στολισμένη με πετσετάκι κάτασπρο απ’ τα δικά της χέρια κεντημένο.
    Ποτέ ως τώρα δε λησμόνησα τη μάνα μου, μέσ’ στην κατάνυξη που γέμιζε την κάμαρα  το φως το ιλαρό του καντηλιού, πώς έγερνε στα γόνατα κι άρχιζε να προσεύχεται και να σταυροκοπιέται.

Γονατιστή κι εγώ στο πλάι της, πολεμούσα να διακρίνω τα λόγια που σχημάτιζαν τα χείλη της και δε μπορούσα, μιλούσε μόνη  προς «μόνω Θεώ»…